Φόρος τιμής στον Νίκο Κούνδουρο

Ο χαρακτήρας του, ολόκληρος, φάνηκε στο έργο του. Δεν χωρά σε σελίδες αυτή η θύελλα, η εσωτερική ιερή μανία

Ολη η Ελλάδα το έμαθε: «Πέθανε ο Νίκος Κούνδουρος». Δεν τον έχει δει, όμως, όλη η Ελλάδα να ζει και να δημιουργεί. Ο χαρακτήρας του, ολόκληρος, φάνηκε στο έργο του. Πρωτογενής, βροντερός, σκεπασμένος με τον κισσό του Διονύσου: πρωτόγονος, ερίβρομος, κισσόβρυος, που λέει κι ο ορφικός ύμνος. Μαζί του έκανα μία από τις λίγες συνεντεύξεις που θεωρώ εμπειρίες ζωής, μαθήματα αξέχαστα. Δεν χωρά σε σελίδες αυτή η θύελλα, η εσωτερική ιερή μανία. Μόνο στις ταινίες του μπορεί να καταλάβει κάποιος πόσα Ρίχτερ ήταν ο «σεισμός» Κούνδουρος.

Η συνέντευξη έγινε για το περιοδικό «ΜΕΤΡΟ» τον Ιούνιο του 2004. Αμα το πέρας της, ο Κούνδουρος μου χάρισε ένα μπουκάλι της γεωργιανής βότκας Στάλιν. Το έχω ακόμα, άθικτο. Ακολουθούν αποσπάσματα από τη συνέντευξη. Καλό του ταξίδι. Ηταν τιμή μας που έζησε στις μέρες μας ή, ορθότερα, ζήσαμε εγγύς των δικών του ημερών.

Περί συνεντεύξεων και σταυρών σε καρνέ τηλεφώνων: «Κάθε συνέντευξη αποτελεί και μια μορφή ταπείνωσης, υποχώρησης εκείνου που την παραχωρεί – ειδικά για ανθρώπους “ελευθέρας βοσκής”. Εχουμε μιλήσει πολύ όλα αυτά τα χρόνια. Ο τόπος μας -για Τέχνες και για Γράμματα μιλάω- αραιώνει με νομοτελειακούς ρυθμούς. Χρησιμοποιώ ένα μπλοκάκι με τους αριθμούς τηλεφώνων γνωστών και φίλων. Σ’ όποιον πεθαίνει βάζω δίπλα στ’ όνομά του έναν σταυρό. Τελευταία οι σταυροί έχουν πληθύνει πολύ! Πάει κι αυτός, κι εκείνος, κι ο άλλος. Τους σταυρούς δεν ξέρω ποιος διάολος τους βάζει».

Το τέλος και η βουλιμία, η λαχτάρα για περισσότερη ζωή: «Οσο πλησιάζουμε προς κάποιο τέλος, μας πιάνει μια λαχτάρα, μια απληστία ίσως, μια βουλιμία. Καταναλώνουμε τον ίδιο τον εαυτό μας και τον κόσμο ολόκληρο. Διαχρονικό ελάττωμα η βουλιμία. Ακόμα και στον έρωτα. Κυνηγάμε να προλάβουμε. Βουλιμία υπάρχει σε όλα. Στα χρήματα, στην εξουσία… Δεν βλέπεις τον Μητσοτάκη; “Τι θες, ρε Μητσοτάκη; Τράβα στα χωράφια τα πατρογονικά και φύτεψε ελιές”. Αλλά, από την άλλη, τον καταλαβαίνω απολύτως. Θα στύψει κάθε ίχνος χρόνου που του απομένει. Αν μπορούσε, θα έστυβε και ανθρώπους. Δεν μπορεί πια και ίσως δεν το θέλει».

Τα γλυκά γεροντάκια στην Ελλάδα: «Εζησα στη Γαλλία αρκετά χρόνια και είδα ότι ο Γάλλος γέρος είναι επιθετικότατος, ένα ατίθασο αγρίμι μ’ ακονισμένα δόντια, έτοιμος να κατασπαράξει. Συγκριτικά, οι Ελληνες γέροι είναι όμορφοι. Στην Κρήτη, την πατρίδα μου, είναι όμορφοι, γλυκείς, γαλήνιοι. Δεν ξέρω αν άλλη ράτσα γερνάει έτσι».

Το σινεμά: «Ο κινηματογράφος και τέρπει και διδάσκει. Αν ψάχνεις το τέρπειν άμα και το διδάσκειν των παππούδων μας, θα το βρεις. Στις ελληνικές αίθουσες θα δεις όλα όσα αξίζουν. Υπάρχει και κοινό που παρακολουθεί με επιμονή ποιοτικό κινηματογράφο. Περίεργο φαινόμενο, που δεν το συναντάς ούτε σε Αγγλία και Αμερική. Ξένη ταινία στη Νέα Υόρκη δεν πρόκειται να δεις ούτε με τηλεσκόπιο!»

Για την ταινία του «1922»: «Τρίτη γενιά τώρα από απογόνους Μικρασιατών. Οι μνήμες χαλαρώνουν, αλλά η Ιστορία δεν κουράζεται να μας τυραννάει και να τυραννιέται. Αγοράζω μια βότκα από τη Γεωργία, που έχει στην ετικέτα της τη μορφή του Στάλιν. Μια μέρα ρώτησα μια ηθοποιό, απόφοιτη πανεπιστημίου, ποιου είναι η μορφή στο μπουκάλι. Η κοπέλα δεν ήξερε. Με ρώτησε: “Μήπως είναι ο Γκόγκολ;”. Ξεχνάει ο κόσμος ή δεν ξεχνάει;»
Ελλάδα των Ελλήνων: «Μ’ αρέσει ο Καραμανλής, που παλεύει να περάσει μια διαφορετική νοοτροπία στον λαό. Ευαγγελίζεται ο έρμος μια Ελλάδα των Ελλήνων, αλλά αυτό δεν γίνεται… Από τη Μακρόνησο του ζωηρού νιάτου μου μέχρι τα φαστφουντάδικα η απόσταση είναι ταυτόχρονα και μεγάλη και μικρή».

Ρουφιανιά, Μακρόνησος: «Η Ελλάδα είναι η χώρα της ρουφιανιάς – αν και στη Μακρόνησο δεν πήγα με ρουφιανιά, πήγα με το σπαθί μου! Το 1947. Σε μια παρέλαση έδωσα μια γροθιά σ’ έναν συνταγματάρχη που με είπε Βούλγαρο. Τέσσερα χρόνια στην κόλαση. Εχω συνδέσει τη ζωή μου με τις περιπέτειες του έθνους. Εζησα στο μυαλό μου, στην ψυχή και στο σώμα μου τη δυσκολία να είμαι Ελληνας».

Η ελληνική φυλή: «Πιστεύω στη φυλή. Σαν Κρητικός, πού αλλού θα μπορούσα να πιστεύω; Οι Κρητικοί είμαστε σαν τους Εβραίους, πάμε όλοι μαζί. Ανέβασα Ερωτόκριτο στο Ηρώδειο και μαζεύτηκαν 10.000 Κρητικοί, να προσκυνήσουν τα ιερά τους. Τι σημαίνει αυτό, αν όχι τους δυνατούς κρίκους μιας φυλής που επιμένει μέσα στα πολλά χρόνια που περάσανε να διατηρεί ακέραια τα πρωταρχικά χαρακτηριστικά που συγκεντρώνονται στους όρους οικογένεια, γη και λόγος;»

Παναγιώτης Λιάκος

{{-PCOUNT-}}12{{-PCOUNT-}}

Η εφημερίδα δημοκρατία δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

spot_img

Κορυφαίες Ειδήσεις

Προτεινόμενα