Mαρτυρία φρίκης για τις εκτελέσεις του Αττίλα στην Κύπρο

Ο Ελληνοκύπριος δικηγόρος Χαράλαμπος Μιχαήλ περιγράφει με τρόπο συγκλονιστικό το χρονικό της ομηρίας του από τους Τούρκους το 1974, τα φρικτά βασανιστήρια και τη δολοφονία άμαχων συγχωριανών τουΑπό τον 
Νίκο Σταυρουλάκη

Τον επόμενο μήνα στην Κύπρο θα τελεστούν έξι κηδείες, ως αποτέλεσμα των εγκλημάτων πολέμου που διαπράχθηκαν στην Κύπρο το 1974. Τη χρονιά εκείνη, ανήμερα της εορτής της Παναγίας (15 Αυγούστου), έξι Ελληνες – Κύπριοι, άνδρες, άμαχοι, από τα χωριά Επτακόμη και Κόμη Κεπήρ της επαρχίας Αμμοχώστου, μεταξύ των οποίων ο ιερέας της Επτακόμης και ο κοινοτάρχης, συνελήφθησαν από τους Τούρκους στρατιώτες του Αττίλα, οι οποίοι μόλις είχαν ξεκινήσει τη δεύτερη φάση της εισβολής, και αφού κρατήθηκαν αιχμάλωτοι λίγες μέρες σε άθλιες συνθήκες, βασανίστηκαν και τελικά εκτελέστηκαν στις όχθες της κοντινής λίμνης, όπου πριν από λίγο καιρό βρέθηκαν τα οστά τους σε ένα πρόχειρο λάκκο…

Το δράμα των έξι οικογενειών των Ελληνοκυπρίων κορυφώνεται, καθώς οι συγγενείς τους δίνουν δείγμα DNA για την ταυτοποίηση, ενώ οι ένοχοι στα Κατεχόμενα, στην Αγκυρα και την Ουάσινγκτον κυκλοφορούν ελεύθεροι, ασφαλώς με απουσία συνείδησης για τις πράξεις τους…

Η «κυριακάτικη δημοκρατία» συνομίλησε με τον Ελληνοκύπριο δικηγόρο Χαράλαμπο Μιχαήλ -δικηγόρο Αθηνών σήμερα- από την Επτακόμη, που εκείνη την ημέρα (15/8/74) μαζί με τα άλλα αγόρια και άνδρες (άμαχοι, όχι στρατιώτες) του χωριού, από 15 έως 55 χρόνων, υποχρεώθηκαν να συγκεντρωθούν στην πλατεία και αφού αιχμαλωτίστηκαν, σύρθηκαν στην Τουρκία (Αδανα), όπου παρέμειναν μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1974, οπότε και ανταλλάχθηκαν με Τουρκοκύπριους αιχμαλώτους, που είχαν συλληφθεί κατά την ηρωική άμυνα που προέβαλαν η διαλυμένη Κυπριακή Εθνοφρουρά και η προδομένη ΕΛΔΥΚ στα σχέδια τουρκοποίησης της Κύπρου της τότε αμερικανικής διακυβέρνησης.

Σήμερα, 43 χρόνια μετά, θυμάται εκείνες τις στιγμές, αφού ο ένας από τους έξι εκτελεσθέντες ήταν ο αδελφικός φίλος του στο χωριό.
Ηταν ο Μιχάλης Σιαλούνας, αριστούχος φοιτητής τότε της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, που αναγνωρίστηκε αρχικά σε αυτόν τον πρόχειρο ομαδικό τάφο δίπλα στη λίμνη από μια δυσπλασία στο δεξί χέρι, καθώς είχε γεννηθεί με έξι δάχτυλα (είχε δύο δείκτες, έναν κανονικό και έναν ατροφικό, συνοστεομένο με τον κανονικό).

Μαζί του, στον ίδιο δρόμο προς την αθανασία, χάθηκαν και οι Δημήτριος Βορκάς και Βασίλης Γιάννακας, ο ιερέας της Επτακόμης, ο οποίος μόλις είχε χειροτονηθεί διάκονος και μαρτύρησε, ακριβώς επειδή ήταν ιερωμένος.
«Εκείνη την ημέρα, Πέμπτη 15 Αυγούστου του 1974, μπήκαν οι Τούρκοι στο χωριό και με τη μέθοδο των ναζί, κάλεσαν να συγκεντρωθούν στην πλατεία όλα τα αγόρια και οι άνδρες του χωριού, από 15 έως 55 ετών» λέει σήμερα ο Χ. Μιχαήλ.

«Εγώ ήμουν τότε 18 χρονών και ο Μιχάλης δύο χρόνια μεγαλύτερος. Το χωριό μας είχε περίπου 1.000 κατοίκους, 800 Ελληνες και 200 Τούρκους. Εκεί ο Τούρκος αξιωματικός, αφού μάζεψε πληροφορίες για καθέναν από εμάς από τους Τουρκοκύπριους συγχωριανούς -το χωριό μας ήταν μεικτό-, διέταξε να μας φορτώσουν σε ένα λεωφορείο, που είχε το χωριό για τη συγκοινωνία με τα διπλανά χωριά και την πόλη, την Αμμόχωστο! Λίγο πριν, είχαν μπει και στο διπλανό χωριό, την Κόμη Κεπήρ, κάνοντας το ίδιο.
Μπήκαμε όλοι στο λεωφορείο του «Σιάηλου» -ήταν το παρατσούκλι του οδηγού- και μας μετέφεραν στο διπλανό κεφαλοχώρι, τη Γαλάτεια, αμιγώς τουρκικό χωριό, το οποίο και πριν από την εισβολή διέθετε στρατιωτικές υποδομές (!), στο οποίο απαγορευόταν να πάει Ελληνοκύπριος. Ηταν “απαγορευμένο” για τους Ελληνες. Είναι φανερό ότι οι Τούρκοι ετοίμαζαν την εισβολή πολλά χρόνια πριν την πραγματοποιήσουν»…

Κακουχίες

«Στη Γαλάτεια μας έβαλαν σε ένα καφενείο, μαζί με τους άνδρες από την Κώμη Κεπήρ, που επίσης είχαν φέρει εκεί. Ημασταν με αλυσίδες, κοιμόμασταν στο πάτωμα χωρίς κουβέρτες, μας έδιναν ελάχιστο φαγητό. Εγώ ήμουνα συνέχεια με τον Μιχάλη και συνέχεια κάναμε αστεία. Μόνο έλεγε “κουμπάρε Χάμπο, τέτοιαν ζωή που ζούμε εδώ, καλύτερα ζωή, παρά θάνατο”. Ολη μέρα έκανε πλάκα. Τον άκουγε ο πατέρας του και έλεγε: “Χαρά στο κουράγιο σας… Οι Τούρκοι δεν αστειεύονται”. Μείναμε εκεί στο σχολείο πέντε μέρες. Στις 21 Αυγούστου, ημέρα Τετάρτη, γύρω στις 2 τα ξημερώματα, μπήκαν Τούρκοι στρατιώτες στην αίθουσα όπου κοιμόμασταν και άναψαν τα φώτα. Μας είπαν να σταθούμε στη γραμμή και ένας κοντός “γιουρούκης” με ξυρισμένο κεφάλι, γύρω στα 35, μας κοίταξε και άρχισε να ξεχωρίζει ορισμένους, στους οποίους είπε να σταθούν στην άκρη. Μέσα σε αυτούς που διάλεξε ήταν ο φίλος μου ο Μιχάλης, ο διάκος του χωριού, και ο Βορκάς.

Τους πήρε και φύγανε… Εμείς ξανακοιμηθήκαμε. Το βράδυ ακούγαμε φωνές και ουρλιαχτά γιατί προφανώς τους βασάνιζαν για να πάρουν πληροφορίες. Την άλλη μέρα ρωτήσαμε έναν Τουρκοκύπριο γνωστό για την τύχη τους και μας είπε: “Αυτοί είναι τυχεροί, πάνε για ανταλλαγή”! Και ησυχάσαμε, χωρίς να ξέρουμε τι τους περίμενε. Αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε τι έγινε, αφού τέλειωσε η αιχμαλωσία και γυρίσαμε στο χωριό (24/9/74)».

{{-PCOUNT-}}13{{-PCOUNT-}}

Η εφημερίδα δημοκρατία δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

spot_img

Κορυφαίες Ειδήσεις

Προτεινόμενα