Μνήμη κι αναστάσιμη προσδοκία

Μέσα από κοινωνικά ζητούμενα και ισοπεδωτική «δικαιοσύνη» απαλλοτριώνουμε στον βωμό του εύκολου κι επιζήμιου κέρδους ό,τι με θυσίες πολλών δεκαετιών κατακτήσαμεΑπό την 
Αθηνά Σχινά*

Εφέτος η εθνική επέτειος αποκτά ιδιαίτερη σημασία, μια και περισσότερο από άλλοτε προσδοκούμε μια κάποια έξοδο. Μια ελπίδα, τουλάχιστον, για έξοδο, από τα δεινά που μαστίζουν τη χώρα μας, παρότι γνωρίζουμε ότι αυτή δεν κατορθώνεται ανέξοδα. Μάλλον οδυνηρά κατακτάται και σίγουρα δεν χαρίζεται. Η βαθύτερη σημασία της εξόδου πρωτίστως σχετίζεται με μια ουσιαστική επίγνωση τόσο των συνιστουσών της όσο και των αναγκαίων αιτημάτων που την προκαλούν, απαιτώντας περίσκεψη χωρίς μισαλλοδοξίες, όπως επίσης αποφάσεις πολύπλευρα μελετημένες και ώριμες, που αναλαμβάνονται με ευθύνη και φρόνημα, με σθεναρή, επίσης, βούληση κι αλληλέγγυο πνεύμα αυτοθυσίας, προπάντων όμως με ομοψυχία. Σίγουρα πάντως η έξοδος δεν σχετίζεται με τη διαφυγή. Περισσότερο, θα λέγαμε, απ’ όλα η έξοδος στην ουσιαστική διάστασή της και την επενεργητική δυναμική της αφορά μια πράξη συνειδησιακής ανύψωσης και υπέρβασης όλων όσα μας καθηλώνουν στην εσωστρέφεια και τη μιζέρια, στην κακεντρέχεια και στον αλληλοσπαραγμό. 

Σχετικά τώρα με την κρίση, αντί να έχουν ήδη -ύστερα από τόσα χρόνια- αναθεωρηθεί οι ευρύτεροι λόγοι και οι πρακτικές που την προκάλεσαν και αντί να έχουμε επουλώσει με γοργές, με καίριες και με μεθοδευμένες αναδιατάξεις τα ρήγματα που συνεχίζει εκείνη να δημιουργεί, συναινούμε ύποπτα στους θολούς της «ευαγγελισμούς» για καλύτερες μέρες, ξεγελώντας με λιγότερη ή περισσότερη πειστικότητα τις ουτοπίες μας. Μέσα, μάλιστα, από κοινωνικά ζητούμενα και ισοπεδωτική «δικαιοσύνη», που γεννά η εξουσιαστική παγκοσμιοποίηση, απαλλοτριώνουμε στον βωμό του εύκολου κι επιζήμιου κέρδους ό,τι με θυσίες πολλών δεκαετιών κατακτήσαμε, εθελοτυφλούντες λόγω ανασφάλειας απέναντι σε ετεροβαρείς συσχετισμούς με ευδαιμονικές μελλοντικές επιφάσεις, που παραπλανούν για να πολλαπλασιάζουν τις πλαστές υποσχέσεις τους. Βιώνουμε οδυνηρές αντιπαροχές, προσαρμοζόμενοι την ίδια στιγμή με ευπιστία σε νομότυπα αφηγήματα μετάθεσης ευθυνών, την ώρα που υπονομεύουμε το μέλλον μας, καταλύοντας την κοινωνική συνεκτικότητά μας, καθώς αυτοπεριοριζόμαστε σε ολέθριους εξανδραποδισμούς, στον πυρήνα των οποίων ενυπάρχουν συνειδησιακές και πνευματικές, κυρίως, εξαγορές.

Καθημερινά μιθριδατιζόμαστε σε διαστρεβλωτικές πραγματικότητες, σε ιδεοληπτικές χειραγωγήσεις και ιδιοτελείς εν τέλει συγκαταβάσεις, εν ονόματι ενός αμφιλεγόμενου προοδευτισμού, που συστηματικά μάς προδίδει και μας διαψεύδει, μας εξουθενώνει και μας υποσκάπτει. Το χειρότερο είναι πως μέσα από την αλλοτριωτική και παραμορφωτική φενάκη της καθημερινότητας, που η απελπισία προκαλεί -με πρόφαση συνήθως τα αναγκαία-, γινόμαστε όμηροι πλαστεπίγραφων στόχων, με υποτιθέμενη την πολλά υποσχόμενη επίλυση των προβλημάτων μας. Αυτή γνωρίζουμε πια πως δεν αφορά μόνον τα οικονομικά μεγέθη, αλλά και την ίδια μας, πόσο μάλλον, την πολιτισμική υπόσταση.

Στις μέρες μας βιώνουμε ενοχικά την ιστορία και την πολυμέρεια της παράδοσής μας, αντί να εφευρίσκουμε νέες προσεγγίσεις για να κατανοήσουμε πληρέστερα και χωρίς ιδεολογικές δεσμεύσεις τα αποθησαυρίσματά τους. Υποτακτικά και αναιτιολόγητα τις περισσότερες φορές, με περίσσια μάλιστα φόβου και με αφοπλιστική από την άλλη πλευρά ανεκτικότητα, συρρικνώνουμε αυτοβούλως τους ορίζοντές μας, αποστερούμενοι (όπως ανέφερα παραπάνω) την αποκτηθείσα καλλιέργεια και πρωτίστως, μέσα από αυτήν, την ίδια την πνευματικότητά μας, στην οποία εδράζεται άλλωστε η υπαρξιακή ελευθερία μας.

Παράλληλα, οι τρόποι με τους οποίους συμπλεγματικά δυστυχώς διαπραγματευόμαστε τη συλλογική μνήμη μας δείχνει τα σημάδια μιας παρακμής. Κατά πόσο αυτή η παρακμή είναι αναστρέψιμη ή μπορεί να ξεπεραστεί, αυτό είναι ίσως το πιο επίμονα επανερχόμενο ζητούμενο και το σημείο αφετηρίας, από όπου με διαφορετικό, φυσικά, τρόπο ξεκινούν οι προβληματισμοί των δύο καλλιτεχνών, που σήμερα και από αυτή τη στήλη τούς παρουσιάζω. Πρόκειται, αφενός, για τη Μαρία Στέφωση, που εκφράζεται υποδειγματικά μέσα από την εικαστική φωτογραφία της, και, αφετέρου, για τον εμπνευσμένα αισθαντικό ζωγράφο Χρήστο Μποκόρο. Οι δημιουργοί αυτοί, χωρίς φόβους και αμφιθυμίες, χωρίς προκαταλήψεις και πάθη, ανασύρουν από το πηγάδι της μνήμης και στη συνέχεια διαμορφώνουν, με τον δικό του καθένας τρόπο, το ελεγειακό και συνάμα ποιητικά υπαινικτικό «τοπίο» των σχετικών ερωτημάτων. Το «τοπίο» που αφορά τα πρόσωπα του ’21 και τις ηθικές αξίες τους, όπως επίσης τις πράξεις και τις υποθήκες τους, που νοηματοδότησαν και συνεχίζουν να αναβλύζουν συνειδησιακά υποδείγματα, στάσεις ζωής και φρονήματα που οικοδόμησαν τον απελευθερωτικό αγώνα μας.

Η Μαρία Στέφωση εκθέτει αυτή την περίοδο στο Ιστορικό και Εθνικό Μουσείο στην Παλαιά Βουλή μια ενότητα εικαστικών φωτογραφιών της, που ως επίκεντρό τους έχουν μια εμβληματική φυσιογνωμία του Αγώνα, όπως ήταν ο Λόρδος Βύρων και η ζωή του στο Μεσολόγγι. Μέσα από τις ευφάνταστα επεξεργασμένες φωτογραφίες της -πότε στη λήψη των πλάνων και πότε στην εμφάνιση ή κατά τα στάδια της εκτύπωσης- η συγκεκριμένη αυτή δημιουργός επιχειρεί μια «ανάγνωση», ανασυνθέτοντας σπαράγματα από τη ζωή του ρομαντικού Αγγλου ποιητή, ο οποίος έφυγε από τη ζωή στα 37 του χρόνια, το 1824.

Το αιματοβαμμένο τότε Μεσολόγγι ήταν διαιρεμένο σε δύο αντίπαλες φατρίες -πάντα τα ίδια προβλήματα-, όπου ο Βύρων με την πειθώ και το κύρος του προσπάθησε να τις κάνει να ομονοήσουν απέναντι στον κοινό εχθρό. Κατά την περίοδο της εκεί διαμονής του κρατούσε ημερολόγιο, το οποίο οι κληρονόμοι του κατέστρεψαν μετά τον θάνατό του. Ετσι, ήταν αδέσμευτη η Μ. Στέφωση να «επινοήσει» ένα δικό της ημερολόγιο, διαπραγματευόμενη εικαστικά και με θαυμαστό τρόπο ορισμένους σταθμούς του Βύρωνα, που τους θεώρησε εκείνη σημαντικούς. Ξεκινώντας από τη ζωή του ήρωα στα λονδρέζικα σαλόνια της αριστοκρατίας, μας μεταφέρει στον πηγαιμό του προς την Ευρώπη, στο ταξίδι του στην Κεφαλλονιά και κατόπιν στο Μεσολόγγι. Εκεί προσπάθησε ο γνήσιος αυτός φιλέλληνας να φανεί χρήσιμος στην υπόθεση του Αγώνα μέχρι τον θάνατό του, δίνοντας μια αποφασιστική ώθηση στην υπόθεση της ελευθερίας των Ελλήνων. Οι σελίδες του «ημερολογίου» που δημιουργεί η Μ. Στέφωση, με επίκεντρο τον Λόρδο Βύρωνα, δεν αφορούν το ποιητικό έργο του, όπως μας λέει η ίδια, αλλά επιλεγμένες στιγμές από τη ζωή του, το κλίμα της εποχής θα πρόσθετα, αλλά και γνωρίσματα της ιδιοσυγκρασίας του, όπως η ίδια μοναδικά τα «ερμηνεύει» σαν να πρόκειται για σελίδες μιας -εικαστικά και ποιητικά αποδοσμένης- μουσικής παρτιτούρας. Με λιτό κι απέριττο, αλλά και με ελεγειακά ποιητικό τρόπο, μέσα στον οποίο ενυπάρχουν βαθιά αφομοιωμένες στα έργα του μνήμες και καταβολές από τη ζωή των αντιθέσεων του θανάτου και της υπέρβασης, του πόνου και της λύτρωσης, του σκότους και του φωτός, όπως επίσης της θυσίας και της αναγεννητικής δύναμης της άνοιξης -που αυτόν τον καιρό διανύουμε-, ο Χρήστος Μποκόρος παρουσιάζει από τις 20 έως τις 30/03 στην Ελληνογερμανική Αγωγή (στην Παλλήνη) την έκθεση ζωγραφικής του με τίτλο «Ηρωικά Αναστάσιμα».

Κάθε έκθεση του Χρ. Μποκόρου, μέσα από την ιδιαίτερη φωτιστική μελέτη που απαιτεί και μέσα από την οποία παρουσιάζεται, γεννά το ύφος της και την παρασημαντική του. Η ατμόσφαιρα που διαμορφώνουν τα έργα του λειτουργεί, εκτός από τον εικαστικό, και με έναν θεατρικό θα λέγαμε τρόπο, προκειμένου καθένας από τους πίνακές του να συμπληρώνει νοηματικά και αισθητικά τον άλλο, διατηρώντας, αφενός, την αυτοτέλειά τους και αποδίδοντας, αφετέρου, όλοι μαζί, ως σύνολο, μια εντυπωσιακή υποβλητικότητα, με αναγωγική συγκίνηση. Η ποίηση άλλωστε απαιτεί οπωσδήποτε υποβλητικότητα για να μεταγγίσει τα συναισθαντικά φορτία της στον θεατή, όπως και να διεγείρει επίσης τους αναδυόμενους συνειρμούς της. Επομένως, ο συγκεκριμένος καλλιτέχνης, αφ’ ης στιγμής ελέγχει τις ποιότητες και τα ζητούμενα που θέλει να εκφράσει, δεν συμβιβάζεται -δικαίως- με τίποτε λιγότερο από την απλότητα, τις λεπτές ισορροπίες και την ακρίβεια που είναι καθοριστικοί παράγοντες για την αλληγορική υπαινικτικότητα και τη χωροδυναμική παρουσία που, εκτός των άλλων, αποκτούν αναρτώμενα τα έργα του. Μπορεί ο Χρ. Μποκόρος να χρησιμοποιεί την παραστατικότητα, αλλά μέσα από την αληθοφάνειά της υπερακοντίζει τις πλάνες της, εμβαθύνοντας με επίγνωση και ταπεινοφροσύνη στα επιφαινόμενά της, όπως υποδηλώνουν όσα μας προτρέπει η ζωγραφική του να δούμε και να αισθανθούμε. Κάθε εικόνα του μεσιτεύει στον θεατή, αποκαλύπτοντας εν τέλει έναν υποδόριο χάρτη συσχετισμών που φανερώνει ερωτήματα και αμφιβολίες, οι οποίες αφυπνίζουν μυστηριωδώς τη μαγεία της ζωής, καθώς αυτή φωλιάζει πίσω από τις όψεις των πραγμάτων, όσο και των αναμνήσεων.

Στην Ελληνογερμανική Αγωγή χτίστηκε μια ολόκληρη αίθουσα μέσα στην αίθουσα, που λειτουργεί ως κιβωτός αποθησαυρισμάτων της μνήμης και των κοιτασμάτων του συλλογικού ασυνειδήτου μας, δημιουργώντας παράλληλα έναν διάλογο με το παρόν. Τα 19 έργα της έκθεσης αυτής παραπέμπουν εν τέλει, διαμέσου όσων απεικονίζουν, στο ήθος, στο φρόνημα, στις αξίες της ζωής και τις θυσίες που απαιτήθηκαν για να υλοποιηθεί η εθνική απελευθέρωση, καθώς το φως της άνοιξης που κάθε χρονιά την επαναφέρει μας υπενθυμίζει ένα βαθιά κρυμμένο κι ανεξίτηλο εντός μας σημείο αναφοράς.

*Ιστορικός Τέχνης και Θεωρίας του Πολιτισμού

{{-PCOUNT-}}13{{-PCOUNT-}}

Η εφημερίδα δημοκρατία δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

spot_img

Κορυφαίες Ειδήσεις

Προτεινόμενα