Μια σπάνια συναυλία με εκκλησιαστικό όργανο

Παρότι οι εκτελέσεις δεν ήταν πάντα άψογες, η σημασία της συναυλίας ως αποκάλυψης ενός άγνωστου πλούτου της ελληνικής μουσικής παραγωγής δεν είναι δυνατόν να υποτιμηθείΑπό τον
Γεώργιο Κύρκο – Τάγια*

Το εκκλησιαστικό όργανο υπήρξε ελληνική εφεύρεση (η ιδέα πιστώνεται στον Κτησίβιο τον Αλεξανδρέα), αλλά στη χώρα μας σπάνια έχουμε την ευκαιρία να ακούσομε έργα που έχουν γραφεί για εκείνο καθώς, σε αντίθεση με ό,τι ισχύει στη Δύση, το μουσικό αυτό όργανο θα συναντήσει κανείς εδώ σε ελάχιστους ναούς ή ειδικές αίθουσες, όπως το Μέγαρο Μουσικής. Για τον λόγο αυτό, ο Ανοιξιάτικος Κύκλος Συναυλιών Οργάνου, που λαμβάνει χώρα στην Αγγλικανική Εκκλησία του Αγίου Παύλου και φέτος συμπληρώνει το 15ο έτος του, αποτελεί σημαντικό καλλιτεχνικό γεγονός.

Η τέταρτη συναυλία του (22/4/2018), μάλιστα, αποδείχθηκε ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα, καθώς η διευθύντρια του φεστιβάλ, οργανίστα Χριστίνα Αντωνιάδου, σε συνεργασία με το Αρχείο Ελλήνων Μουσουργών Θωμά Ταμβάκου και τον κόντρα τενόρο Νίκο Σπανάτη, παρουσίασε έργα για σόλο όργανο και για όργανο και φωνή 12 Ελλήνων συνθετών από τον 17ο έως τον 21ο αιώνα, τα περισσότερα σε πρώτη πανελλήνια εκτέλεση.

Τη συναυλία προλόγισε ο κ. Ταμβάκος, ο οποίος, διαλύοντας την εντύπωση ότι οι Ελληνες συνθέτες δεν έγραψαν για το όργανο, ανέφερε ότι στο αρχείο του έχουν καταχωρισθεί τουλάχιστον 890 έργα για όργανο σε πρωτεύοντα ή δευτερεύοντα ρόλο, προερχόμενα από περίπου 200 συνθέτες. Το πρόγραμμα της βραδιάς δεν ακολούθησε χρονολογική σειρά, όμως ο έξυπνος τρόπος με τον οποίο ήταν δομημένο είχε ως αποτέλεσμα η διάρκειας 85 λεπτών ακρόαση όχι μόνον να μην κουράσει το σχετικά περιορισμένο ακροατήριο, αλλά και να κρατήσει το ενδιαφέρον του έως το τέλος.

Επειτα από μια επεξεργασία για εκκλησιαστικό όργανο του «Basso Νο 12» από το πέμπτο βιβλίο των «Partimenti» του Νικόλαου Μάντζαρου από τον -επίσης Κερκυραίο- Δημήτριο Αγαθίδη (1828-1886), η οργανίστα έδωσε μια γρήγορη, σύμφωνη με τις ενδείξεις της παρτιτούρας, ανάγνωση του «Χριστός Ανέστη: Θέμα, 6 Παραλλαγές, Φινάλε» της Γεωργίας Ταγγίρη (γενν. 1931), η οποία ζει και δραστηριοποιείται στις ΗΠΑ. Εδώ θαυμάζει κανείς την επιλογή ενός θέματος που προσφέρεται για επεξεργασία με παραλλαγές αλλά, περιέργως, έχει αγνοηθεί από Ελληνες συνθέτες. Το επόμενο έργο «Tuoni Ecclesiastici» («Εκκλησιαστικοί Τόνοι»), γραμμένο από τον Γκαετάνο Γκρέκο (1657-1728), ήταν το παλαιότερο της συναυλίας, αλλά το πρώτο για φωνή και όργανο. Ο συνθέτης, γόνος οικογένειας μουσικών, έζησε στη Νάπολη της Ιταλίας και πιθανότατα υπήρξε δάσκαλος του Ντομένικο Σκαρλάτι, στοιχεία που αποτυπώνονται στην ποιότητα της μουσικής γραφής του. Ο κ. Σπανάτης απέδωσε σωστά την έμμετρη απαγγελία που το συγκεκριμένο είδος επιβάλλει.

Ακολούθησαν ο «Διαλογισμός» («Meditation pour orgue») του Σκαρλάτου Φωτεινού (1894-1942), Ελληνα της Ρουμανίας, ο οποίος, παρότι συνθέτης πολλών έργων μεγάλη φόρμας, είναι γνωστός κυρίως ως μαθηματικός και γεωμέτρης, και το «Recitativo, Ostinato and Toccata» του Παναγιώτη Θεοδοσίου (γενν. 1964), μια ανάθεση του Αρχείου Ελλήνων Μουσουργών (κάτι το απίστευτο στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα) και ένα έργο που προδίδει στέρεη συνθετική τεχνική και αντίληψη των εκφραστικών δυνατοτήτων του οργάνου.

Τις δυνατότητες αυτές είχε το κοινό την ευκαιρία να θαυμάσει αμέσως μετά στο «Magnificavit», για φωνή και όργανο, του Μάρκου Σοφιανόπουλου (1952-2014), μια ατονική προσέγγιση του «εμεγάλυνε Κύριος τού ποιήσαι μεθ’ ημών, εγενήθημεν ευφραινόμενοι» από τον Ψαλμό 125. Ο πολυγραφότατος συνθέτης, οργανίστας και αρχιμουσικός από την Τεργέστη προφανώς αγνοούσε, όμως, ότι ο συγκεκριμένος ψαλμός, ως ωδή των αναβαθμών, «έπρεπε να άδεται διά του στόματος μόνον» και, όπως λέγει ο Μ. Βασίλειος, «χωρίς της συνηχήσεως του οργάνου». Το «Πρελούδιο» του σημαντικού Ελληνοκροάτη συνθέτη Μάχου (Μπόρις) Παπαδόπουλου (1906-1991), που ακολούθησε, αποτελεί μια εξαιρετική προσθήκη στο ρεπερτόριο του οργάνου, ενώ η «Προσευχή ΙΙ» του αρχιτέκτονα Κώστα Νικολαΐδη (γενν. 1947) έμοιαζε περισσότερο με μελέτη διαφωνίας. Το «Agnus Dei, έργο 17» του Φαναριώτη πρίγκιπα Ιωάννη Καρατζά (1835-1894) υπήρξε μια έκπληξη: πρόκειται για το πλέον χαρούμενο έργο του είδους που έχω ακούσει, σχεδόν οπερατικό, το οποίο, παρότι είχε εκδοθεί στο Παρίσι (c. 1880), παρέμενε άγνωστο. Εξίσου καλογραμμένο το «Allegro moderato» του Κωνσταντίνου Χαρικιόπουλου (1859-1935), καθολικού από την Κωνσταντινούπολη, ο οποίος απεβίωσε στην Αθήνα πάνω στο εκκλησιαστικό όργανο του Ναού της Αγίας Θηρεσίας, στην Κυψέλη, όπου υπηρετούσε. Σύνθεση του 1890, πρόκειται για ένα από τα λίγα έργα του συνθέτη που διασώζονται και εντάσσεται στην παράδοση της ευρωπαϊκής εκκλησιαστικής μουσικής του 19ου αιώνα.

Πιο ενδιαφέροντα υπήρξαν τα τρία μέρη από τον κύκλο «Αρχαιοελληνικές πομπές» του Ελληνοαμερικανού Τζων Σινόπουλου-Ουίλσον (γενν. 1944), κομμάτια ιδιαίτερα ατμοσφαιρικά, που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν και ως κινηματογραφική μουσική. Από τη «Σουίτα για μεγάλο όργανο» του Ζωρζ Αθανασιάδη (γενν. 1929), το πιο γνωστό από τα έργα του σημαντικού αυτού συνθέτη, θεολόγου και ιερέα από την Ελβετία, συγκρατώ το ορμητικό «Πρελούδιο». Τα τέσσερα spirituals του Μάρκου Σοφιανόπουλου, που ακολούθησαν, έκλεισαν τη βραδιά με μια εύθυμη νότα.

Παρότι οι εκτελέσεις των ανωτέρω έργων δεν ήταν πάντα άψογες, η σημασία της συναυλίας αυτής ως αποκάλυψης ενός άγνωστου πλούτου της λόγιας ελληνικής μουσικής παραγωγής δεν είναι δυνατόν να υποτιμηθεί. Η δε απουσία, από την εκδήλωση, εκπροσώπων του μουσικού κόσμου της χώρας δύσκολα δικαιολογείται. Μόνοι παρόντες, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Μουσουργών Νικηφόρος Νευράκης και η διευθύντρια της Μεγάλης Μουσικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος Στεφανία Μεράκου.

*Κριτικός μουσικής

{{-PCOUNT-}}12{{-PCOUNT-}}

Η εφημερίδα δημοκρατία δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

spot_img

Κορυφαίες Ειδήσεις

Προτεινόμενα