Ελλάδα μου, πώς σκυθρώπιασες έτσι;

Βρέθηκα τις προάλλες, σε μια γειτονιά των λεγομένων «καλών» προαστίων, περιμένοντας ένα φορτηγό να φέρει μια οικιακή ηλεκτρική συσκευή. Έτυχε να έχει «λαϊκή» κάπου εκεί κοντά εκείνη την ημέρα και έτσι και η σκέψη και μόνον για στάθμευση ήταν απαγορευτική. Γι’ αυτό βρήκα την όχι και τόσο νόμιμη λύση να σταθμεύσω στην πυλωτή μιας πολυκατοικίας, η οποία σημειωτέον ήταν ανοιχτή από όλες τις μεριές. Δεν πρόλαβα να πάρω μια ανάσα και με πλησιάζει μια κυρία με το παιδάκι της και με ρωτάει, ευγενέστατα μεν, ψυχρότατα δε: «Θέλετε κάτι κύριε;»

Εδώ τα παλιά εύθυμα στιγμιότυπα έλεγαν: «εδόθησαν οι αμοιβαίες εξηγήσεις και αφέθησαν ελεύθεροι». Κάπως έτσι έγινε και εκεί. Δηλαδή μου επέτρεψαν την προσωρινή στάθμευση.
Όμως…
Όμως, οι θλιβερές σκέψεις που τριγυρνάμε, εδώ και μερικά χρόνια, στο μυαλό του κάθε Έλληνα, άρχισαν να με βασανίζουν: «Βρε πώς γίναμε έτσι;». «Δεν είμασταν έτσι εμείς οι Έλληνες». Πώς μέσα σε λίγα χρόνια «γίναμε η χώρα με τους χειρότερους ανθρώπους;», όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο μεγάλος στιχουργός μας, Λευτέρης Παπαδόπουλος. Κοιτάζεις γύρω σου και δεν αναγνωρίζεις τίποτα.

Αρχοντογειτονιές μετεβλήθησαν σε γκέτο και θυμίζουν Μπρονξ. Κυψέλη, Πατήσια, Αχαρνών. Γειτονιές που χρωμάτιζαν την Αθήνα μας, όπως το Μεταξουργείο, ο Κεραμικός, ο Βοτανικός, οι πλατείες Βικτωρίας, Αμερικής, Αττικής κ.α. έγιναν αδιάβατες.
Πώς τάκανες έτσι τα μαύρα παιδιά σου Ελλάδα Ελλάδα!»
Η ιστορία μας απαξιώνεται. Με χαρακτηριστική άνεση αλλά και θράσος χιλίων πιθήκων εθνικές καταστροφές μετατρέπονται σε συνωστισμούς και δουλεία 400 χρόνων μετουσιώνεται σε φιλική επίσκεψη και οικονομική ανάπτυξη. Το Πανεπιστήμιο, έγινε μια κουρελαρία από κάποιους απίθανους, που εάν έκαναν αυτές τις ασχήμιες στη χώρα τους, θα τους είχαν κρεμάσει και μάλιστα με συνοπτικές διαδικασίες. Εδώ τους ανεχόμαστε.

Το Πολυτεχνείο, μετετράπη σε χώρο διακινήσεως ναρκωτικών, δυστυχώς παρουσία της Αστυνομίας (έχω προσωπική αντίληψη νεαρών αστυνομικών, που σχεδόν παρακαλούσαν διακινητές να απομακρυνθούν αντί να τους σβερκώσουν). Η μουσική μας, με μερικές σπάνιες εξαιρέσεις, έγινε μιας χρήσεως.

Θυμάμαι εκεί, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, χαμηλά στην Λεωφόρο Αλε-ξάνδρας, στο ύψος του Πεδίου το Άρεως (άλλη κατεχόμενη σήμερα περιοχή αυτή) την μονομαχία Χατζηδάκη – Θεοδωράκη.
«Οδός Ονείρων» στο θέατρο «Μετροπόλιταν» ο Μάνος, «Όμορφη Πόλη» στο λίγα μέτρα πάρα κάτω στο θέατρο «Παρκ» ο Μίκης. Τραγούδια που και σήμερα δεν έχουν χάσει τη φρεσκάδα τους. Βλέπετε τότε οι συνθέτες, έγραφαν 1-2 τραγούδια τον χρόνο, ενώ σήμερα οι λεγόμενοι «τραγουδοποιοί», γράφουν 5 τραγούδια την ώρα.

Πληθαίνουν οι συνάνθρωποί μας με ταμπέλλες «πεινάω».

Ένας γνωστός συγγραφές ο Β.Α., ο οποίος ζει μεταξύ Αθηνών και Παρισίων (σημειώστε, ότι όταν μας κάνει τη χάρη να ευρίσκεται εδώ, διαμένει μονίμως στο Κολωνάκι), δήλωσε σε Αθηναϊκή εφημερίδα, ότι, ούτε λίγο ούτε πολύ, οι Έλληνες φταίμε που μεγαλοποιούμε τα εγκλήματα των αλλοδαπών, χωρίς όμως να μας εξηγεί πώς θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε την εν ψυχρώ δολοφονία για μία κάμερα του άτυχου Μανώλη Καντάρη από 3 Αφγανούς, ή τον βιασμό της Μυρτούς (την θυμάται κανείς;) από τερατόμορφο Πακιστανό, χωρίς να σοκαριστεί η προοδευτικάντζα συγγραφέας;
Σενάριο επιστημονικής φαντασίας: Κλείστε για λίγο τα μάτια και σκεφτείτε να τον είχε σκοτώσει αστυνομικός. Ανοίξτε γρήγορα τα μάτια γιατί χαθήκαμε.

Μπαίνεις στο μετρό, στο λεωφορείο ή κυκλοφορείς στον δρόμο και βλέπεις παντού πρόσωπα σκυθρωπά και δύσθυμα, έτοιμα για καυγά. Αυτή η πρόσχαρη Ελληνική «καλημέρα», που είχε αποτυπωθεί θαυμάσια στις παλιές Ελληνικές ταινίες αποτελεί πια είδος εν ανεπαρκεία, και εν πολλοίς έχει αντικατασταθεί από μουγκρητό ή απλό κούνημα του κεφαλιού.

Θυμάμαι εκείνο το αξέχαστο καλοκαίρι του 2004!
Τι μαγικές μέρες και νύχτες!

Η αρχή έγινε, όταν τα παιδιά του Ρεχάγκελ μας χάρισαν το Πανευρωπαϊκό και είχαν βγάλει όλον τον κόσμο στις πλατείες κρατώντας Ελληνικές σημαίες. Πόσο πολύ είχε ενοχλήσει αυτό τους «προοδευτικάνους» και πόσο πολύ το είχαμε χαρεί εμείς. Και μετά ήλθαν οι (πολυσυζητημένοι είναι η αλήθεια) Ολυμπιακοί Αγώνες!

Τι μαγεία ήταν αυτή. Η Αθήνα μας, καθαρή από κάθε είδους έμψυχο και άψυχο ρύπο. Οι γειτονιές ξαναζωντάνεψαν και «τραγουδούσαν τα πουλιά στην Αττική». Βγήκαν τραπεζάκια στα πεζοδρόμια με λογής κεράσματα για τους ξένους μας. Ο Ξένιος Ζευς, οδηγούσε τα βήματά μας και μια αύρα χαράς είχε δροσίσει όλη της Ελλάδα μας, που είχε γίνει επίκεντρο της υφηλίου, παρά τον πόλεμο που είχε υποστεί.

Όμως σκεφτήκατε μήπως αυτό ακριβώς πληρώνουμε Πατριώτες; Μήπως θεώρησαν οι «εταίροι» μας (τρομάρα μας), ότι σηκώσαμε το κεφάλι μας πιο πάνω, από όσο αυτοί θέλανε;.
Βλέπετε ήταν κι’ εκείνοι ο αγωγοί, ήταν κι’ εκείνοι οι Κινέζοι, ήταν κι’ εκείνο το «Βέτο» στα Σκόπια, ήταν κι’ εκείνο το «ΟΧΙ» (έστω και όχι απολύτως ξεκάθαρο) στο Σχέδιο Ανάν. Όλα μαζί, μήπως μας έδωσαν ένα άθροισμα, που (λέω μήπως) οδηγεί ευθέως στο ΔΝΤ; Τι κι΄ αν πολλές άλλες χώρες έχουν πολύ μεγαλύτερο χρέος από το δικό μας;
Άκρη δεν βρίσκεις.
Ελλάδα μου πώς σε κατάντησαν έτσι;
Ελλάδα μου πώς σκυθρώπιασες έτσι;
Και τώρα; Τώρα τι γίνεται; Υπάρχει λύση;
Βεβαίως και μας την δίνει ο Ίων Δραγούμης στο βιβλίο του «Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα).: «…Ο καθένας πρέπει να ξέρει ότι σ’ αυτόν έλαχε να σώσει το Έθνος
του, έτσι θα προσπαθήσουν πολλοί και θα το σώσει όποιος μπορέσει…… Έγινα για το
Έθνος, και το ξέρω επειδή γι’ αυτό ίσα-ίσα πονώ….. Σηκώνομαι ξανοίγω και ανθοβολώ άμα νοιώθω τον Ελληνισμό… Όταν ένας του Γένους δε θέλει να χαθεί το Γένος, πώς μπορεί το Γένος να χαθεί; Αφού εγώ δεν το θέλω, πώς μπορεί να χαθεί το Έθνος μου;»

{{-PCOUNT-}}13{{-PCOUNT-}}

Η εφημερίδα δημοκρατία δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

spot_img

Κορυφαίες Ειδήσεις

Προτεινόμενα