Ο ΣΟΥΛΤΑΝΟΣ ΚΑΤΑ ΜΕΡΚΕΛ ΚΑΙ ΤΣΙΠΡΑ!

Παρά τις προσδοκίες της Αθήνας, η Τουρκία δεν υποχωρεί στις παρεμβάσεις της Γερμανίδας καγκελαρίου για το ΠροσφυγικόΑπό τον
Αλέξανδρο Τάρκα

Στάση «πλήρους απάθειας ως ευθείας άρνησης» υιοθέτησε, κατά την έκφραση άριστα πληροφορημένων διπλωματικών πηγών, ο Τούρκος πρόεδρος Ρ.Τ. Ερντογάν έναντι όλων των πρόσφατων παρεμβάσεων της Γερμανίδας καγκελαρίου Ανγκ. Μέρκελ για τη μείωση των μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών προς την Ελλάδα. 

Κατά τις ίδιες πηγές, η ελληνική κυβέρνηση είχε ζητήσει από την κυρία Μέρκελ, στα τέλη του καλοκαιριού, την άσκηση πίεσης από το Βερολίνο προς την Αγκυρα, ώστε να υπάρξουν μέτρα ανάσχεσης των ροών στα επίπεδα που καταγράφονταν από τον Μάρτιο του 2016 (χρόνος υπογραφής της σχετικής Κοινής Δήλωσης Ε.Ε. – Τουρκίας) ως και την άνοιξη φέτος. Οι αριθμοί παράνομων εισόδων αυτή την περίοδο δεν ξεπερνούσαν κατά μέσο όρο τις 3.500 ανά μήνα, ενώ από την άνοιξη ως σήμερα οι αφίξεις είναι διπλάσιες ή και τριπλάσιες ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες.

Η γερμανική ηγεσία, όπως είχε αποκαλύψει η «δημοκρατία» προ μηνός, πράγματι είχε εγείρει το θέμα στον Τούρκο πρόεδρο κατά τις συνομιλίες που είχε στο Βερολίνο, στα τέλη Σεπτεμβρίου, αλλά η απάντησή του ήταν αρνητική, χρησιμοποιώντας διάφορα διπλωματικά εφευρήματα.

Το κυριότερο ήταν ότι η σύγκριση των παράνομων εισόδων του 2018 δεν πρέπει να γίνεται με το 2017, αλλά με την κατάσταση από το 2015 έως την Κοινή Δήλωση του Μαρτίου 2016, όταν δηλαδή η κατάσταση ήταν εκρηκτική, με τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου να «βουλιάζουν» και τους δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες να φτάνουν, μέσω της Ελλάδας και της βαλκανικής οδού, προς τη Γερμανία και άλλες χώρες της κεντρικής Ευρώπης. Επί της ουσίας, ο κ. Ερντογάν και οι συνεργάτες του επικαλέστηκαν το επιχείρημα που πρόβαλλαν, επί μήνες, πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, και κυρίως η γραφειοκρατία των Βρυξελλών, οι οποίες υποστήριζαν ότι σχεδόν έλυσαν το πρόβλημα, ανακόπτοντας τις ροές προς την κεντρική Ευρώπη, χρηματοδοτώντας την Τουρκία (και δημιουργώντας «ανθρώπινες αποθήκες» στην Ελλάδα).

Ωστόσο, η επιδείνωση του Μεταναστευτικού τις τελευταίες εβδομάδες και η ανησυχία για την άνοδο ριζοσπαστικών κομμάτων κατά τις ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου 2019 ώθησαν τόσο την ελληνική κυβέρνηση όσο και τη γερμανική να αναζητήσουν νέες πρωτοβουλίες. Σύμφωνα με τις ίδιες διπλωματικές πηγές, η κυρία Μέρκελ (μάλλον αγανακτισμένη και από τις «τρελές» απόψεις που άκουσε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 18ης Οκτωβρίου, κυρίως από σοσιαλιστές ηγέτες, περί «εύκολης» επίλυσης του προβλήματος μέσω χρηματοδότησης… 40 δισ. ευρώ προς τις αφρικανικές χώρες και γενναίας αύξησης κονδυλίων 2 δισ. προς την Τουρκία) αποφάσισε να προχωρήσει σε δύο νέες παρεμβάσεις προς τον κ. Ερντογάν.

Η πρώτη, κατά την τετραμερή συνάντηση της Κωνσταντινούπολης για τη Συρία στις 27 Οκτωβρίου, με τη συμμετοχή της ιδίας, του κ. Ερντογάν και των προέδρων της Γαλλίας Εμ. Μακρόν και της Ρωσίας Βλ. Πούτιν, και η δεύτερη κατά τους εορτασμούς του περασμένου Σαββατοκύριακου 10-11 Νοεμβρίου, στο Παρίσι, για τα 100 χρόνια από τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Δυστυχώς, σύμφωνα τουλάχιστον με τις πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει μέχρι στιγμής, ο κ. Ερντογάν δεν έδωσε το παραμικρό δείγμα αλλαγής στάσης κατά τη διάρκεια των δύο συναντήσεων. Φέρεται δε ότι δεν συγκινήθηκε ιδιαίτερα ούτε από την προειδοποίηση της κυρίας Μέρκελ ότι η Ε.Ε. δεν θα ικανοποιήσει κανένα αίτημά του, αν δεν μεταβάλει τη στάση του.

Ενώπιον αυτής της κατάστασης, τα περιθώρια αντίδρασης της Αθήνας είναι μάλλον περιορισμένα. Από τη μία πλευρά (και παρά τις επιδεινούμενες καιρικές συνθήκες), οι αυξημένες αφίξεις παράνομα εισερχομένων στη χώρα αναμένεται να συνεχιστούν και, από την άλλη πλευρά, δεν υπάρχει ούτε ένας εταίρος στην Ευρωπαϊκή Ενωση με πολιτική βούληση αντιμετώπισης της κατάστασης πριν από τις ευρωεκλογές ή -ανάλογα με τα αποτελέσματά τους- και μετά τη διεξαγωγή τους. Συγκεκριμένα, η γερμανική Καγκελαρία αντιτάσσεται στην πρόταση υποχρεωτικής αλληλεγγύης στο Μεταναστευτικό μεταξύ των μελών της Ε.Ε., όπως και το Παρίσι, που απορρίπτει τη λήψη υποχρεωτικών μέτρων με κατανομή βαρών ανάμεσα σε ισχυρούς και ασθενέστερους εταίρους (π.χ., με τις ποσοστώσεις που είχαν συζητηθεί επί ελληνικής προεδρίας το 2014 και επί προεδρίας της Μάλτας το 2017).

Χαρακτηριστικό, επίσης, είναι το παράδειγμα της νέας κυβέρνησης της Ιταλίας, που ζητεί μέτρα συνδρομής, επικαλούμενη ότι πέτυχε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα (από τον Ιούνιο ως σήμερα) τη μείωση των αφίξεων στο έδαφος της χώρας, εφαρμόζοντας αυστηρή πολιτική, αλλά χωρίς να παραβιαστεί το Διεθνές Δίκαιο και χωρίς να επαναληφθούν παλαιά φαινόμενα βύθισης πλοίων και εγκατάλειψης ναυαγών ή βίαιης καταστολής.

Η ελληνική κυβέρνηση μπορεί, ενδεχομένως, να προσδοκά ελαφρά βελτίωση της κατάστασης, αν επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες που φέρουν την κυρία Μέρκελ έτοιμη να προτείνει μια μεταβατική συμφωνία. Βασικοί άξονές της θα είναι η αναβολή της υποχρεωτικής αλληλεγγύης, με ταυτόχρονη υιοθέτηση διετούς περιόδου ανακατανομής προσφύγων μεταξύ των μελών. Πάντως, ακόμα κι αν η φημολογούμενη πρόταση Μέρκελ τελικά κατατεθεί, είναι αμφίβολο αν η μεταβατική λύση θα γίνει σεβαστή από όλους τους εταίρους επί μακρό χρονικό διάστημα και, κυρίως, αν θα αντέξει τον πολλαπλασιαζόμενο αριθμό αφίξεων από το Αιγαίο και τα χερσαία σύνορα του Εβρου.

*Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη

{{-PCOUNT-}}13{{-PCOUNT-}}

Η εφημερίδα δημοκρατία δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

spot_img

Κορυφαίες Ειδήσεις

Προτεινόμενα