Τραμπ εναντίον Κίνας: Σύγκρουση γιγάντων

To Πεκίνο χρειάζεται τα χρήματα της Αμερικής, ενώ οι ΗΠΑ δεν χρειάζονται σε ευθεία αναλογία και με την ίδια επιτακτικότητα τα φθηνά προϊόντα των ΚινέζωνΑπό τον
Ραφαήλ Α. Καλυβιώτης*

Από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του, ο Τραμπ στόχευσε την Κίνα, κατηγορώντας την ότι τόσα χρόνια έχει υπάρξει ένας εταίρος στο ζήτημα του εμπορίου που εκμεταλλεύεται βάναυσα την Αμερική. Στην προεκλογική του εκστρατεία είχε προειδοποιήσει τους Κινέζους ότι, αν δεν αλλάξει αυτή η στάση τους, δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει και μέτρα προστατευτισμού. Ετσι, η ήττα της Χίλαρι Κλίντον δεν αποτέλεσε απλά ήττα του Δημοκρατικού Κόμματος, αλλά σηματοδότησε επιπλέον το τέλος της διεφθαρμένης εκείνης συναίνεσης σχετικά με την συνύπαρξη οικονομιών που βασίζονται στο ελεύθερο εμπόριο με ολοκληρωτικά κράτη και οικονομίες όπως της Κίνας.

Και, παρόλο που η Κίνα επί του παρόντος είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος των ΗΠΑ, χώρες, όπως το Μεξικό και ο Καναδάς, είναι σε πολύ κοντινή απόσταση. Είναι οι Κινέζοι εκείνοι που έχουν περισσότερο τις ΗΠΑ ανάγκη, παρά το ανάστροφο. Διότι οι Κινέζοι χρειάζονται τα χρήματα της Αμερικής, ενώ οι ΗΠΑ δεν χρειάζονται, σε ευθεία αναλογία και με την ίδια επιτακτικότητα, τα φθηνά προϊόντα των Κινέζων. Ετσι, ενώ οι επενδυτές μπορεί να φοβούνται για τον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα, η μεγαλύτερη απειλή για αυτούς ίσως είναι η αλλαγή στην αντίληψη για την Κίνα ως σταθερό μέρος για επένδυση. Οι δυτικοί αναλυτές και οι επενδυτές έχουν εδώ και πολλά χρόνια επαναπαυθεί στη δεδομένη ύπαρξη επιχειρηματικών και επενδυτικών ευκαιριών που δήθεν υφίστανται στην Κίνα, αλλά στην πραγματικότητα η ολοκληρωτικά κρατική οικονομία της χώρας απέτυχε σε μεγάλο βαθμό να αποδώσει σταθερή και βιώσιμη ανάπτυξη.

Για να είναι συνεπής με τους στόχους που έθεσε για τον εαυτό του ο Τραμπ αφ’ ης στιγμής αποφάσισε να διεξαγάγει εμπορικό πόλεμο, πρέπει η Κίνα να ανοίξει περαιτέρω την αγορά της στις αμερικανικές εξαγωγές, ειδικά στα αμερικανικά γεωργικά προϊόντα που επλήγησαν σημαντικά κατά τη διάρκεια του εμπορικού πολέμου. Επίσης, πιέζει την Κίνα να σταματήσει την πρακτική εξαναγκασμού των αμερικανικών εταιριών να παραδίδουν υψηλή τεχνολογία. Από την πλευρά του, ο Κινέζος πρόεδρος χρειάζεται κυρίως ο Τραμπ να προβεί στην εξάλειψη ή έστω στη σημαντική μείωση των δασμών που επέβαλαν οι Ηνωμένες Πολιτείες σε κινεζικά αγαθά, ύψους 250 δισεκατομμυρίων δολαρίων. 

Η αυτοπεποίθηση του Τραμπ πηγάζει από το γεγονός ότι, παρόλο που το ισοζύγιο μεταξύ όλων των αμερικανικών προϊόντων τα οποία μεταφέρονται στο εξωτερικό και των αγαθών που εισήγαγαν οι ΗΠΑ οδηγεί σε εμπορικό έλλειμμα -που μάλιστα αυξήθηκε ελαφρά τον Μάρτιο-, παραταύτα, το έλλειμμα με την Κίνα περιορίστηκε στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων πέντε ετών. Μειώθηκε δηλαδή τον Μάρτιο στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2014, πέφτοντας 16,2%, στα 28,3 δισ. δολάρια. Τα αποτελέσματα αυτά δημοσιοποιήθηκαν πριν από τις κρίσιμες εμπορικές διαπραγματεύσεις μεταξύ Ουάσινγκτον και Πεκίνου.

Η οικονομική κατάσταση της Κίνας είναι πολύ πιο επικίνδυνη από ό,τι πολλοί δυτικοί παρατηρητές θέλουν ή τους συμφέρει να παραδεχτούν.

Μόλις αφαιρεθεί ο μανδύας της επίσημης προπαγάνδας που κυριαρχεί από διάφορα συστημικά μέσα ενημέρωσης και κυβερνητικά όργανα, η ωμή πραγματικότητα είναι ότι η Κίνα δεν αναπτύσσεται τόσο γρήγορα όσο λέγεται και γράφεται, αφού το κινεζικό σύστημα πνίγεται από ένα χρέος που δεν θα αποπληρωθεί ποτέ. Ενώ η κινεζική κυβέρνηση στοχεύει στην αύξηση του ΑΕΠ κατά 6% έως 6,5% για το 2019, μεγάλο μέρος αυτής της δραστηριότητας είναι απλά μια συνάρτηση των κρατικών δαπανών, παρά της οικονομικής επέκτασης του ιδιωτικού τομέα.

Ο αυταρχικός χαρακτήρας της κινεζικής οικονομίας όχι μόνο επιβραδύνει την πραγματική δυναμική της χώρας, αλλά καθιστά την ειρηνική συνύπαρξη με τις δυτικές οικονομίες της αγοράς σχεδόν ανέφικτη. Η σημερινή -όπως η παλαιότερη Κίνα- ενσωματώνει την ξεπερασμένη έννοια της σύγχρονης νομισματικής θεωρίας, όπου το κράτος απλά «δημιουργεί» λεφτά (όχι από λεφτόδεντρα, αλλά από τους φορολογουμένους) για να ανταποκριθεί στους πολιτικούς και οικονομικούς στόχους του Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ). Δεδομένου ότι οι οικονομικές πολιτικές της Κίνας καθοδηγούνται τελικά από την πολιτική ανασφάλεια του ΚΚΚ, τα αποτελέσματα των κρατικών δαπανών δεν είναι ούτε ικανοποιητικά ούτε διαρκή.

Ο Τραμπ έχει καταφέρει να διαλύσει άλλη μία αυταπάτη (αλλά και επιδίωξη ορισμένων ελίτ της παγκοσμιοποίησης): μόνο όταν το ΚΚΚ απομακρυνθεί από την εξουσία και ο λαός της Κίνας είναι πραγματικά ελεύθερος, θα υπάρξει ουσιαστικός τρόπος για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις άλλες δυτικές δημοκρατίες να διαμορφώσουν μια λειτουργική συνεργασία με το Πεκίνο. Τελικά, ποιος πιστεύει πραγματικά στη δημοκρατία και την ελευθερία; Ο Τραμπ, που παλεύει με ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, ή οι αντίπαλοί του, που τόσα χρόνια το «χάιδευαν»;

*Πολιτικός επιστήμων και πρόεδρος του Δικτύου Ελλήνων Συντηρητικών
(diesy.gr) – [email protected]

{{-PCOUNT-}}12{{-PCOUNT-}}

Η εφημερίδα δημοκρατία δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Ωστόσο δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Σχόλια με ύβρεις διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

spot_img

Κορυφαίες Ειδήσεις

Προτεινόμενα